Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

Ημέρα Μνήμης Μικρασιατικής Καταστροφής 2014

Την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014, με μέριμνα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, τελέστηκε δοξολογία στον Ι.Ν. Παμμεγίστων Ταξιαρχών με αφορμή την επέτειο των 92 ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Τον πανηγυρικό λόγο της ημέρας εκφώνησε η ταμίας του ΔΣ του Συλλόγου κ. Βασιλική Σαμανίου, που κατάφερε να συγκινήσει, να προβληματίσει και να διδάξει το πλήθος των απογόνων των Μικρασιατών, των πιστών αλλά και των εκπροσώπων των πολιτικών, πολιτειακών και στρατιωτικών αρχών, των σωμάτων ασφαλείας και των πολιτιστικών και κοινωνικών συλλόγων που κατέκλυσαν το ναό. 
Η κ. Σαμανίου, στο μεστό νοημάτων λόγο της, αφού εξέθεσε τα ιστορικά γεγονότα, επεσήμανε τα λάθη, τις αστοχίες και τις παραλείψεις που οδήγησαν στο μικρασιατικό όλεθρο και  σχολίασε τη διαχρονικότητα της καταστροφής σε πολιτικό και όχι μόνο επίπεδο.
Μετά το πέρας της δοξολογίας ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο Μικρασιατικής Μνήμης στον Ξηρόκαμπο. Ρίγη συγκίνησης προκάλεσε η κατάθεση δάφνινου στεφάνου από τον 93χρονο κ. Παντελή Τεκέλογλου, έναν από τους τελευταίους εν ζωή πρόσφυγες πρώτης γενιάς.
 
Ακολουθεί ο λόγος που εκφώνησε η Βασιλική Σαμανίου και  φωτογραφίες από τη δοξολογία και την κατάθεση στεφάνων.






































Κατωτέρω εκτίθενται σύνδεσμοι από ρεπορτάζ των τοπικών μέσων μαζικής ενημέρωσης:
Κοινή Γνώμη:
http://www.koinignomi.gr/news/koinonia/2014/09/15/i-mnimi-den-prepei-na-svisei.html
Ο Λόγος των Κυκλάδων:
http://www.logotypos.gr/component/k2/2285-imera-mnimis-tis-mikrasiatikis-genoktonias


 

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Μουσική εκδήλωση με σμυρνέικη και παραδοσιακή μουσική

Την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014 και ώρα 21:00 στο θέατρο Απόλλων ο Σύλλογος Μικρασιατών Ερμούπολης Σύρου, με τη στήριξη του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης, διοργάνωσε στα πλαίσια των πολιτιστικών του δραστηριοτήτων μουσική εκδήλωση με παραδοσιακή και σμυρνέικη μουσική με την Χρυσούλα Κεχαγιόγλου και την Απόδημη Κομπανία, αποτελούμενη από τους εξής μουσικούς: Γιάννη Νιάρχο, Γιώργο Γαλιάτσο, Μανώλη Γαλιάτσο και Βαγγέλη Βοτέα.
 
Την εκδήλωση προλόγισε η αντιπρόεδρος του Συλλόγου, κ. Λίτσα Χαραλάμπους, με τα εξής λόγια:
 
"Ας αποτελέσει τούτη η βραδιά ένα ταπεινό μνημόσυνο για όλους εκείνους που σφάχτηκαν από τους Τούρκους εκείνον τον μαύρο Σεπτέμβρη του 1922, αλλά και μνήμη, για να μην λησμονούμε τις χαμένες πατρίδες που οι πρόγονοί μας, μόλις μια ηλικιακή ανάσα από εμάς, άφησαν πίσω τους ξεριζωμένοι, με άσβεστη την ελπίδα της επιστροφής τους στις πατρογονικές εστίες.
Τα τραγικά συμβάντα της Μικρασιατικής καταστροφής αποτελούν μια μελανή κηλίδα για την ανθρωπότητα, καθώς η γενοκτονία των Αρμενίων και των Ελλήνων συντελέστηκε με τη σιωπηρή ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, που άφησαν στην τύχη τους χιλιάδες ανθρώπους να σφαχτούν ανυπεράσπιστοι από βάρβαρα χέρια, τα οποία ασέλγησαν πάνω στην ίδια την Ιστορία.
Η Μικρασιατική Καταστροφή υπήρξε η μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
«Ο Κεμάλ γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού», έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουΐνστον Τσόρτσιλ. Η σφαγή της Σμύρνης συγκλόνισε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο.
Όμως, περισσότερο από τις ανταποκρίσεις και τις ψυχρές επισημάνσεις των διπλωματών, το τρομερό τοπίο εκείνων των ημερών αποκαλύπτεται μέσα από τις μαρτυρίες όσων το έζησαν.
Μαρτυρίες συγκλονιστικές, που πιστοποιούν την ύπαρξη του Μικρασιατικού Ολοκαυτώματος. Τυχαία επέλεξα τις αναμνήσεις της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι, έντεκα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σμύρνης. Το Μπουνάρμπασι είχε χίλιους κατοίκους, από τους οποίους οι οκτακόσιοι ήταν Έλληνες:
«...Άρχισε ο στρατός μας να φεύγει. Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν το χακί από πάνω τους. Πόσους δεν ντύσαμε! Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπίστηκαν και φύγανε κι άφησαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού. Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλυτοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί. Οι Τούρκοι κατέβαιναν και έσφαζαν τους Έλληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Από τους κατοίκους του Μπουνάρμπασι έμειναν καμιά δεκαριά οικογένειες... Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά προς το Σικλάρι και από κει στη Σμύρνη. Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Κι εκείνους που κατάφεραν από το Σικλάρι να φτάσουν στη Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε.
Εμείς βρισκόμασταν στη Σμύρνη. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακριά. «Μη φοβάστε είναι μακριά», μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που μέναμε. Σ´ ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σε μας. Ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες βρίσκονταν στη μέση, και έσφαζαν και σκότωναν.
Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν´ αρπάξουν, να σφάξουν, ν´ ατιμάσουν. «Βοήθεια! Βοήθεια!», φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο. Τη νύχτα θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα. Γύρω-γύρω, στα χείλια της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Έπαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα στη χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω-γύρω. Ήταν φοβερό. Όσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ´ αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό.
Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν είδαν τα μάτια μου!».
Και εκείνοι κυρίες και κύριοι που επέζησαν στα καθαγιασμένα με αίμα εδάφη της Μικρασίας, και εκείνοι που ξεριζώθηκαν βίαια και βρέθηκαν πρόσφυγες σε άλλα μέρη, έκαναν τον πόνο στίχο, το θάνατο τραγούδι και το πέρασαν από γενιά σε γενιά, ώστε να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι.
Οι εικόνες από τις πατρίδες που εγκατέλειψαν, ο πόλεμος, αλλά και οι ευτυχισμένες στιγμές, ακολουθούσαν εκείνους οι οποίοι έγιναν μετέπειτα συγγραφείς ή ποιητές, και καθόρισαν τη θεματική του λογοτεχνικού έργου τους. Ας σημειωθεί ότι όσοι ήρθαν από τα μέρη αυτά διέθεταν ένα καταπληκτικό εργαλείο, την αφηγηματική δεινότητα, την εκφραστική άνεση, την γλυκιά φωνή.
Και με ανάμεικτα συναισθήματα απέδωσαν την πραγματικότητα όπως την είχαν ζήσει εκείνοι.
Ο πόνος, ο φόβος, η πίκρα, η αγωνία για την επόμενη ημέρα, η αποδοχή του διαφορετικού και η αναγνώριση της προσφοράς του στη ζωή των Ελλήνων που έφυγαν από τις πατρίδες τους είναι μερικά από τα συστατικά τα οποία δίνουν την ταυτότητα στο έργο πολλών λογοτεχνών και στιχουργών που αναφέρονται σε όσα έζησαν οι ίδιοι ή άκουσαν να τους διηγούνται άλλοι για τη ζωή στη Μικρά Ασία. Μέσω του έργου και των στίχων τους κρατούν ζωντανή τη μνήμη γιατί γνωρίζουν καλά ότι υπάρχει κάτι όσο το θυμόμαστε.
Η λαϊκή μούσα αποτύπωσε λοιπόν, την ένταση των γεγονότων εκείνης της εποχής με πλήθος θρήνων για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη σφαγή της Σμύρνης. Την εποχή που η επίσημη Ελλάδα επιζητούσε τη λήθη ακόμα και με τη βία, στις γειτονιές των προσφύγων -αλλά και στις περιοχές εκείνες που η ελληνική αποτυχία πληρώθηκε με αίμα- τα τραγούδια είχαν άλλο ρυθμό και διαφορετικό στίχο
Τραγούδια που μιλάνε για ζωή και για θάνατο, για αγάπη και αίμα, για ομορφιά και αποστροφή, για λαχτάρα επιστροφής, που όμως δεν έρχεται.
Μόνο να θυμηθούμε πως τούτο το νησί, η Σύρος, άνοιξε τότε την αγκαλιά του και υποδέχτηκε τους πρόσφυγες, τους έδωσε την ευκαιρία να κοιτάξουν τη ζωή μπροστά τους, αλλά να μην ξεχάσουν τι άφησαν πίσω τους στις πατρίδες αυτές.
Ένα νησί που πρόσφερε ασφάλεια, σιγουριά, φαγητό και νερό, κατάλυμα να βάλουν το κεφάλι τους από κάτω και ένα κρεβάτι για να ξαπλώσουν και να ονειρευτούν τι είχαν, τι έχασαν και να ξυπνήσουν με ανανεωμένη τη λαχτάρα του γυρισμού.
Κι εμείς, απόγονοι εκείνων, μάθαμε από το στόμα τους σαν ένα παραμύθι πώς ζούσαν εκεί στη Μικρασία, την προέκταση της Ελλάδας, πώς πρόκοψαν, πώς μεγαλούργησαν, πώς έφτιαξαν περιουσίες και πώς μέσα σε λίγα μερόνυχτα όλα αυτά γίνανε στάχτες και αποκαΐδια που κάπνιζαν, αφανισμένα από τη φωτιά που έβαλε ο Τούρκος για να κάψει τον ελληνισμό.
Πώς έφυγαν, τι άφησαν πίσω τους, πόσοι δικοί τους χάθηκαν μέσα στον χαλασμό, πόση απάθεια έδειξαν οι Μεγάλες Δυνάμεις , απλοί θεατές μια γενοκτονίας στην οποία συμμετείχαν σιωπηρά, νίπτοντας τας χείρας τους ως νέοι Πόντιοι Πιλάτοι.
Μέρες μνήμης και θύμησης για τους ελάχιστους εναπομείναντες εν ζωή Μικρασιάτες, αλλά μέρες μνήμης και θύμησης για εμάς, τους απογόνους τους, που ταχθήκαμε να φυλάμε τις θύμησες και τις μνήμες αυτές, πιστοί σε μια άγραφη υπόσχεση να μην ξεχάσουμε όσα ακούσαμε από το στόμα τους και να τα μεταλαμπαδέψουμε στα παιδιά μας, κάνοντάς τα κοινωνούς της ιστορίας μας.
Το μουσικό αυτό μνημόσυνο επιτελούν, με Συναυλία Παραδοσιακής και Σμυρναίικης Μουσικής, Μια συναυλία-ταξίδι δηλαδή, η Χρυσούλα Κεχαγιόγλου η γνωστή και αγαπητή μας Χρυσούλα μέλος του συλλόγου μας και η Απόδημη Κομπανία, η οποία, μετρά πάρα πολλές εμφανίσεις σε φεστιβάλ μουσικής και σε άλλους χώρους της Αυστραλίας και της Ελλάδας.
Η συνεισφορά του συγκροτήματος στο μουσικό και στο λαϊκό πολιτισμό της Αυστραλίας έχει αρχειοθετηθεί στα Εθνικά Αρχεία Φιλμ και Ήχου της χώρας στην Καμπέρα, έχει αναδειχθεί από το κρατικό ραδιόφωνο ABC, έχει διάρκεια, μια και σε τακτά χρονικά διαστήματα η Απόδημη Κομπανία με τη σημερινή της σύνθεση στην Αθήνα προσκαλείται και συμμετέχει σε μεγάλα  Festival .   
Τους ευχαριστούμε θερμά, όπως ευχαριστούμε τον Δήμο Σύρου Ερμούπολης για την στήριξή του στην ολοκλήρωση της εκδήλωσης αυτής, το πρακτορείο Κώστα Γαβιώτη , τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο για τη προβολή , την Αλεξάνδρα Τομαή, μέλος του συλλόγου μας καθώς και τους Μάγδα και Νίκο Κοντιζά για την ηχητική κάλυψη.
Ελπίζουμε η μουσική και τα τραγούδια να σας μεταφέρουν νοερά εκεί, στις χαμένες αλλά ποτέ λησμονημένες πατρίδες, έτσι όπως ήταν τότε και έρχονται να συντροφέψουν σήμερα και τα δικά μας όνειρα.
Σας Ευχαριστούμε για την παρουσία σας κυρίες και κύριοι ευελπιστώντας ότι τούτη η μουσική βραδιά μνήμης, μνήμης συλλογικής, ιστορικής, πολιτικής και πολιτιστικής, μνήμης που ταξιδεύει για να δείξει πώς ο ήχος και η εικόνα ενός τόπου επιβιώνει, θα αποτελέσει θυμίαμα για όλους εκείνους που βρίσκονται αέναα κοντά μας και αισθάνονται ότι δεν τους ξεχάσαμε."